Δευτέρα 13 Νοεμβρίου 2017

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΣΥΛΛΟΓΗΣ Γ. ΔΕΛΙΟΠΟΥΛΟΥ - Φλώρινα, Τετάρτη 15 Νοε 2017


Ισίδωρος Ζουργός: «Η Φλώρινα είναι η δεύτερη πατρίδα μου» - Βίντεο από την Εκδήλωση - 10 Νοε 2017

Ισίδωρος Ζουργός: «Η Φλώρινα είναι η δεύτερη πατρίδα μου» - Φωτογραφίες από την Εκδήλωση - 10 Νοε 2017

Ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες πεζογράφους του 20ου και 21ου αιώνα, ο Ισίδωρος Ζουργός, βρέθηκε το βράδυ της Παρασκευής, καλεσμένος της Ένωσης Φιλολόγων, για να παρουσιάσει το νέο του βιβλίο «Λίγες και μία νύχτες».
Συνδεδεμένος στενά με τη Φλώρινα ο κ. Ζουργός την αποκάλεσε «δεύτερη πατρίδα» του. Θυμήθηκε τα χρόνια που ήταν φοιτητής εδώ, αρχές της δεκαετίας του ’80 στην Παιδαγωγική Ακαδημία. Και κυρίως τη γνωριμία του με τον Μίμη Σουλιώτη, «έναν άνθρωπο που για τη ζωή μου ήταν πολύ σημαντικός» όπως σημείωσε.
«Με κάποιον τρόπο, δεν ήμουν από εκείνους τους φοιτητές που τελείωσαν και έριξαν άσπρη ή μαύρη πέτρα πίσω τους και απομακρύνθηκαν. Η σχέση μου με τη Φλώρινα συνεχίστηκε με αγαπημένους φίλους, με την αγάπη της φύσης, με την αγάπη του πολιτισμού της Φλώρινας, με τα παλιά της σπίτια… Με τη Φλώρινα κρατάω μία σχέση αγάπης… Αλλά τα ‘φερε η ζωή έτσι και αργότερα δούλεψε και η γυναίκα μου εδώ, τώρα ο γιος μου είναι φοιτητής εδώ και πιστεύω ότι δεν θα σταματήσουμε ποτέ. Εγώ και η Φλώρινα θα είμαστε πάντα μαζί» είπε συγκινημένος.
Ο κ. Ζουργός ανέφερε ακόμη πως «είμαι ένας συγγραφέας που αγαπάει αυτό που κάνει. Υπάρχει μια δυναμική στην ελληνική πεζογραφία τα τελευταία χρόνια. Είμαι ένας από τους πολλούς συγγραφείς που μοχθούν πάνω στο χαρτί για να ξαναστήσουν πολιτισμικά αυτή τη χώρα… Η σχέση μου με τη λογοτεχνία είναι μία σχέση ψυχής, μία σχέση αναπνοής. Το κέρδος είναι μία εσωτερική ισορροπία και μια αίσθηση και δημιουργίας, αλλά και συναλληλίας».
Για το βιβλίο και τον συγγραφέα μίλησαν οι Άννα Πολατίδου, σχολική σύμβουλος φιλολόγων Ν. Φλώρινας και Κατερίνα Κουλουκάτση, πρόεδρος της Ένωσης Φιλολόγων, ενώ χαιρετισμό απηύθυνε η σχολική σύμβουλος και εκπρόσωπος του δήμου Φλώρινας, Όλγα Μούσιου.



Σάββατο 11 Νοεμβρίου 2017

Πολατίδου Άννα, Στον αστερισμό της Θεσσαλονίκης, 10 Νοεμβρίου 2017

Δημοσιεύουμε το κείμενο της κ. Άννας Πολατίδου, Σχολικής Συμβούλου Ν.Φλώρινας, στην παρουσίαση του βιβλίου του Ισίδωρου Ζουργού "Λίγες και μία Νύχτες"

Στον αστερισμό της Θεσσαλονίκης
Το βιβλίο «Λίγες και μια νύχτες» είναι το όγδοο μυθιστόρημα του Ισίδωρου Ζουργού. Ώριμος καρπός μιας μακράς συγγραφικής πορείας αντανακλά και χωνεύει άρτια τα θεματικά μοτίβα, τις εμμονές και την αφηγηματική τεχνική του συγγραφέα. Ρομαντικό στη σύλληψη και ρεαλιστικό στην εκτέλεση, το βιβλίο αρθρώνεται σε 17 κεφάλαια και 7 στάσιμα. Αφηγείται τις περιπέτειες ενός μικρού παιδιού του Λευτέρη Ζεύγου, εφημεριδοπώλη και κηπουρού, τον οποίο παρακολουθεί σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, ως τα βαθιά γεράματά του στη Θεσσαλονίκη του 1979.Το βιβλίο ανοίγει με την άφιξη του έκπτωτου από τους Νεότουρκους Σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ του Β΄ στη Θεσσαλονίκη. Ο επιφανής εξόριστος, έγκλειστος στη βίλα Αλλατίνι της συνοικίας των Εξοχών, αντιμέτωπος με τον τρόμο του θανάτου, διηγείται, για λίγες νύχτες, σκηνές από τη ζωή του σε ένα μικρό κορίτσι, τη Μίρζα, μια εξισλαμισμένη εβραία. Ο λαθρακουστής Λευτέρης αντικρίζει έναν παραδείσιο, εξωτικό κόσμο, ερωτεύεται τη Μίρζα και ονειρεύεται πλούτη και δύναμη. 
Όπως και σε άλλα βιβλία του, ο συγγραφέας αγκυρώνει δυνατά το μύθο του στην ιστορία. Στο ιστορικό συνεχές της διήγησης του σημαντικοί κόμβοι αποτελούν ο Εθνικός Διχασμός του 1916-1917, το Μακεδονικό Μέτωπο και τα συμμαχικά στρατεύματα κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η μεγάλη πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης, ο πόλεμος στην Ουκρανία, η Μικρασιατική καταστροφή, ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος και η ναζιστική κατοχή, τα Σεπτεμβριανά της Πόλης το 1955 και η Ελλάδα της αντιπαροχής τη δεκαετία του 1960. Η μεγάλη Ιστορία χαράζει την πόλη, την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της πολυφυλετικής, πολυπολιτισμικής Θεσσαλονίκης των αρχών του 20ου αιώνα. Εμποτίζει και την μικροϊστορία των προσώπων του βιβλίου. Ο ήρωας- Λευτέρης, αφού προδοθεί στον έρωτά του και επιστρατευθεί στην Ουκρανία, μετά από δεκαεπτά χρόνια θα επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη. Ως φυγόδικος, έχει αναγκαστεί να αλλάξει ταυτότητα. Θα γίνει διευθυντής κλωστοϋφαντουργίας αρχικά και αργότερα μεγαλοεργολάβος με το όνομα Ευγένιος Ζιρτντό. Έχει θητεύσει ήδη σε μικρές ή μεγάλες θέσεις του υποκόσμου στο εξωτερικό και στην Ελλάδα, έχει συζήσει με ωραίες γυναίκες που τον αγάπησαν, αλλά η επιθυμία να βρεθεί με την αγαπημένη του και να εκδικηθεί την προδοσία δεν έχει σβήσει.
Η προσωπική ιστορία μπλεγμένη αξεδιάλυτα με την ιστορία της πόλης. Οδωνύμια και τοπωνύμια, ιδιώματα και πρακτικές των διαφορετικών εθνοτικών κοινοτήτων φιλοτεχνούν την ατμόσφαιρα της εποχής, χωρίς να βαρύνουν την αφήγηση. Με δεινότητα στην εικονοποιία και στην περιγραφή δίνεται ο ξεχωριστός χαρακτήρας της συνοικίας των Εξοχών. Αντίθετα με τις άλλες συνοικίες της πόλης που είναι εθνοτικά οριοθετημένες, η συνοικία αυτή με τα κτίρια και τις επαύλεις της αποτελεί ένα παλίμψηστο της μεγαλοαστικής κοινωνίας της Θεσσαλονίκης. 
Ο Ζουργός αξιοποιεί με μαεστρία τα ιστορικά τεκμήρια, χωρίς να τα αποθεώνει. Με εξαίρεση ίσως τα αποσπάσματα από τον ημερήσιο τύπο της εποχής, κάνει τις πηγές του να σιωπούν, όταν δεν υπηρετούν την ένταση της γραφής του. Στην τριτοπρόσωπη αφήγησή του εισάγει, σε μεγαλύτερη έκταση απ’ ό,τι στο παρελθόν, στοιχεία επιστολικού μυθιστορήματος. Συντάσσονται δώδεκα επιστολές με αποστολέα ή παραλήπτη τον ήρωα του μυθιστορήματος. Επιστολές ερωτικές, επιστολές περισυλλογής και μελαγχολίας στα αδιέξοδα, επιστολές ανεπίδοτες που με την πρωτοπρόσωπη αφήγησή τους επιχειρούν να αποδώσουν πληρέστερα τον εσωτερικό κόσμο των ηρώων. Ο χαρακτήρας και τα κίνητρα του κεντρικού ήρωα δίνονται επιπλέον με ευφάνταστο τρόπο στην επικοινωνία του Ευγένιου Ζιρντό με έναν πλασματικό συνομιλητή, λογοτεχνικό ήρωα του Μ.Καραγάτση, τον Β.Κ.Γιούγκερμαν, που διάγει την εποχή του μεσοπολέμου «βίον παράλληλον». Οι διακειμενικές αναφορές του βιβλίου όμως είναι πολύ περισσότερες και φωτίζουν θέματα και υποθέματα της αφηγηματικής σύνθεσης. Το Σιδερένιο Τακούνι του Τζακ Λόντον υποβάλλει τις σοσιαλίζουσες θεωρίες των αφυπνιζόμενων λαϊκών στρωμάτων, ο Κόμης Μοντεχρήστος του Δουμά και το Έγκλημα και τιμωρία του Ντοστογιέβσκι το θέμα της εκδίκησης και της τιμωρίας, οι Άθλιοι του Ουγκώ την αλλαγή ταυτότητας και την αδάμαστη θέληση.
Το στοιχείο πάντως που δίνει μοντερνιστικό χαρακτήρα στην αφήγηση είναι κυρίως το εύρημα του διαχωρισμού της μυθοπλαστικής ύλης σε τιτλοδοτημένα κεφάλαια και αριθμημένα στάσιμα. Αντίθετα με τα επεισόδια της ζωής του νεαρού ήρωα, που διαδραματίζονται σε ποικίλους τόπους και χρόνους, στα στάσιμα μεταφερόμαστε στη δεκαετία του 1970 στο ιδιόκτητο ρετιρέ μιας πολυώροφης οικοδομής της συνοικίας των Εξοχών. Εκεί ο υπέργηρος και σχεδόν τυφλός Ευγένιος Ζιρντό ακούει σε μία μόνο νύχτα τη διήγηση της ζωής του, όπως όμως την έχει συνθέσει στο χαρτί ένας νεαρός φοιτητής και επίδοξος συγγραφέας, ο Ορέστης, κατά παραγγελία του ίδιου του ηλικιωμένου ήρωα. Με τον τρόπο αυτό εγκιβωτίζονται οι περιπέτειες του νεαρού Λευτέρη στην αφήγηση του Ορέστη. Μεταξύ των δύο προσώπων αναπτύσσεται μια ιδιόρρυθμη επικοινωνία. Ο συγγραφέας Ορέστης διερευνά τις αιτίες και τα κίνητρα στις πράξεις του ήρωα και επιδιώκει την επιδοκιμασία του, ενώ ο ηλικιωμένος ήρωας βεβαιώνει ή αμφισβητεί έντονα την ακρίβεια της μυθοπλαστικής αναπαράστασης σε σχέση με την πραγματική του ζωή. Λογοτεχνική περσόνα του ίδιου του συγγραφέα, ο Ορέστης αμφισβητεί την αλήθεια της πραγματικότητας και υπερασπίζεται την αυτονομία και την αλήθεια της τέχνης, η οποία έχει τα δικά της στοιχήματα να κερδίσει ακόμα κι αν καταπίνει, όπως λέει, την πραγματική ζωή. Με την παρεμβολή των στασίμων διαλύεται η αληθοφάνεια της αφήγησης και γίνεται έκδηλη η αυτοαναφορικότητα του μυθιστορήματος. 
Η εναλλαγή του αφηγητή συνδέεται, επιπλέον, με την εναλλαγή της οπτικής του ήρωα ως αποδέκτη της αφήγησης στην παιδική και στην ενήλικη ζωή του. Η εναρκτήρια αφήγηση του εξόριστου Σουλτάνου λειτουργεί σαν σκηνή- μινιατούρα για την κυρίως αφήγηση, κατά το πρότυπο, θεωρώ, της ιστορίας του πατέρα Σισώη στο «Όνειρο στο κύμα» του Παπαδιαμάντη. Η αναφορά της στο τίτλο του μυθιστορήματος (Λίγες νύχτες) αναδεικνύει τον κομβικό της ρόλο. Η ιστορία επιστρέφει και τελειώνει εκεί απ’ όπου άρχισε. Η αρχή και το τέλος της, ένα παιχνίδι αντικατοπτρισμών με επίκεντρο τον αδιάκοπο αγώνα του ανθρώπου να ζήσει τα όνειρα του. 
Φιλοδοξία του συγγραφέα δεν αποτελεί ασφαλώς η ακτινογραφία της αστικής τάξης της Θεσσαλονίκης ούτε η ανάδειξη των ιδεολογικών και ταξικών ζυμώσεων της εποχής. Όλα αυτά θίγονται αλλά δεν αποτελούν τον σκληρό πυρήνα της αφηγούμενης ιστορίας. Η προσωπική ελευθερία, δεν επικαθορίζεται, για τον συγγραφέα, από πατρίδες, σύνορα, θρησκεύματα, ιδεολογίες, αλλά κυρίως από την ανάγκη του ανθρώπου να αναζητά την αγάπη και να διεκδικεί τα όνειρά του. Τα όνειρα του Λευτέρη Ζεύγου συνδέονται μοιραία με το τραύμα του έρωτα και του ξεριζωμού, του αγώνα της επιβίωσης ή της κοινωνικής ανέλιξης, την ώρα που ο άνεμος της ιστορίας σαρώνει τις ζωές και τα ίχνη των ανθρώπων. Σε αυτόν τον αγώνα χάνει γυναίκες που τον αγάπησαν, ακριβούς φίλους, φτάνει μέχρι το έγκλημα. Με εκφραστική δύναμη και τόλμη ο συγγραφέας αναδεικνύει την περιδίνηση της ζωής του, την ακλόνητη θέληση για ζωή. Την επιμονή του να ζει με τους δικούς του όρους, να διεκδικεί την ελευθερία του, ζώντας με αταύτιστη ταυτότητα στη γενέθλια πόλη που αλλάζει πρόσωπα. Τη διάθεσή του, όταν βρίσκεται στο διάκενο αμνησίας και μνήμης, να ψηλαφεί ρωγμές και διλήμματα. Στο έξοχο και συγκινητικό τελευταίο κεφάλαιο, ο Ευγένιος Ζιρτντό ταυτίζεται με τον νεαρό Λευτέρη Ζεύγο στην ανάμνηση της ζεστασιάς της παιδικής ηλικίας, όταν ο κόσμος ήταν ακόμα αδιάγνωστος, αχαρτογράφητος και ελπιδοφόρος.
Οι σύντομες, δυναμικές περιγραφές, οι διάλογοι που δεν πλατειάζουν και δεν ξηραίνονται, οι ζωντανοί χαρακτήρες (Γιορτάνκα, Χρυσάννα), οι ελιγμοί της πλοκής και οι αφηγηματικές εκκρεμότητες, επινοητικά διευθετημένες, αποτελούν τα αδρά υλικά του μυθιστορήματος και κάνουν τις ΛκΜΝ ένα απολαυστικό βιβλίο για τον αναγνώστη που το παρακολουθεί με ενδιαφέρον μέχρι την τελευταία του λέξη. Για τον συγγραφέα πάλι, που βάζει παραδοσιακά και νεωτεριστικά στοιχήματα με το χτένι της σύνθεσης, το βιβλίο, νομίζω, αποτελεί μια προκλητική μετάβαση για την επόμενη δουλειά του.



ΑΝΝΑ ΠΟΛΑΤΙΔΟΥ, Σχολική Σύμβουλος Φιλολόγων Ν.Φλώρινας

Τραϊανοπούλου Μαρία, ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΝΟΣΤΟΣ, 10 Νοεμβρίου 2017

Δημοσιεύουμε το κείμενο της κ. Μαρίας Τραϊανοπούλου, Φιλολόγου, στην παρουσίαση του βιβλίου του Ισίδωρου Ζουργού "Λίγες και μία Νύχτες"
ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΝΟΣΤΟΣ
Έχουμε την τιμή και την χαρά να φιλοξενούμε σήμερα τον συγγραφέα Ισίδωρο Ζουργό με αφορμή την παρουσίαση του τελευταίου του μυθιστορήματος ΛΙΓΕΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΝΥΧΤΕΣ, το δικό μας Ισίδωρο, τον Ισίδωρο της Φλώρινας... που επιστρέφει στην πόλη που σφράγισε τα φοιτητικά του χρόνια με τις σπουδές του στην Παιδαγωγική Ακαδημία (1982-1984) και τον έχρισε εραστή και νοσταλγό της Φλώρινας του ατέλειωτου χειμώνα και του ολόδροσου καλοκαιριού, της ομίχλης και της διαύγειας,του καλού κρασιού και της κόκκινης πιπεριάς.Μιας πόλης όπου συνυπάρχουν μέσα της το ασκητικό στοιχείο του λιτού βίου της καθημερινότητας με το λαίμαργο της αιθητικής απόλαυσης και της αδιάκοπης απορρόφησης εικόνων και γνώσεων που οι λόγιοι,οι ποιητέςκαι οι ζωγράφοι της απλόχερα μοίραζαν μέσα από εκδόσεις, εφημερίδες, συλλόγους, συνάξεις φίλων και εκθέσεις στη στέγη φιλοτέχνων.....
Η καλή πλευρά της πόλης αντισταθμίζει με το παραπάνω το βαρύ χειμώνα της.Στην πραγματικότητα υπάρχουν δύο καλές πλευρές:η πρώτη έχει να κάνει με την πληθωρική ομορφιά του τοπίου και τα σπίτια της πόλης,αρχοντικά και λαϊκά και η δεύτερη με την αύρα που αποπνέουν τα πρόσωπα των κατοίκων,τα χρώματα των ζωγράφων,η οικείωση του ονείρου...Σε αυτό το τοπίο περιπλανήθηκε για αρκετό χρονικό διάστημα ο συγγραφέας και τα μάτια του άγγιξαν εικόνες από σπίτια στα χρώματα της ώχρας και του ρόδου,που αντιστοιχούσαν σε άλλες ζωές κι άλλους καιρούς,χαμένους τώρα, που έθρεψαν όμως τη μνήμη και τις απεικονίσεις της στο χαρτί στα μυθιστορήματα του Ι.Ζ.
Από την άποψη αυτή εικάζουμε ότι, όταν ο συγγραφέας προχωρά στην μυθιστορηματική ανασύσταση της συνοικίας των εξοχών στη Θεσσαλονίκη του 1909 και πέραν,έρχονται στη μνήμη του εικόνες από αρχοντικά που στοιχίζονταν στις όχθες του Σακουλέβα και στις οδούς της πόλης,με πέτρινα σκαλοπάτια,λουλουδιασμένες αυλές, ξυλόγλυπτες πόρτες και περίτεχνες προσόψεις.Γιατί η τέχνη έχει τη δύναμη να μεταμορφώνει μορφές ζωής σε ποίηση και να μας κάνει να βλέπουμε στο βάθος τους την πραγμάτωση της ουσίας των πραγμάτων.
Στο Λίγες και μιά νύχτες η ματιά του συγγραφέα αιχμαλωτίζει εικόνες μιας άλλης εποχής της συνοικίας των εξοχών στη Θεσσαλονίκη,με εντυπωσιακές δεντροστοιχίες,πεζοδρόμια,μεγαλοπρεπείς επαύλεις, θαλερούς κήπους και περίτεχνες πόρτες.Σπίτια ερειπωμένα πια, που καταθέτουν στο παρόν ψήγματα από την παλιά τους ζωή,με σωβάδες που χάσκουν στο χρόνο και σε αφήνουν να μαντέψεις... πίσω από τις σφαλισμένες πόρτες,τις χορταριασμένες αυλές, τα ψηλοτάβαναδωμάτια ,άραγε εδώ κατοικούσαν ...σκιές,φαντάσματα, άγγελοι και διάβολοι, που συγχρωτίζονταν για χρόνια με ανθρώπους;
Εκεί τοποθετεί τον ήρωα του μυθιστορήματος, ο οποίος τρυπώνει σιγά σιγάστο άβατο της μοιραίας έπαυλης,για να μπεί στον κόσμο του παραμυθιού,ν΄αγγίξει τα γυαλισμένα οστέινα χερούλια και να θαυμάσει τα ζωγραφιστά ταβάνια στα δωμάτια, όπου θα ξεχυθούν τα όνειρα και θα γεννηθεί ο έρωτας για εκείνο το κορίτσι, που θα ξεσήκωνε την υπόλοιπη ζωή του.
Στους πολυδαίδαλους δρόμους της περιγραφικής δεξιότητας του συγγραφέα η φύση και το τοπίο έχουν κεντροβαρή σημασία ως αξία και ποιότητα , ώστε να ορίζουν τη σχέση του ανθρώπου με το χώρο , το φυσικό περιβάλλον και το υπερτοπικό.Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η αλλοτρίωση συντελείται σ΄ένα κατεστραμμένο περιβάλλον που είναι αντίγραφο της ζωής κατεστραμμένων ανθρώπων, ανθρώπων που πρόθυμα ακολούθησαν το πρώτο σφύριγμα του κέρδους για να πλουτίσουν στην εποχή της αντιπαροχής, η οποία εξέθρεψε μια παρασιτική κοινωνία που τράφηκε από την εξουσία και το κέρδος και έχασε κάθε ηθική στο όνομα του τυχάρπαστου και του ευκαιριακού.
Από την άλλη μεριά ο συγγραφέας μας χαρίζει εικόνες στα χρώματα του λευκού και στα σχήματα των χιονισμένων βουνών , των ολόγυμνων δέντρων και των παγωμένων κοιλάδων, που όλοι μας αιώνες τώρα βλέπουμε και τις κουβαλάμε μέσα μας σαν ομαδική μας μνήμη,για να τις αναγνωρίσουμε στις περιγραφές του Ισίδωρου Ζουργού στις σκηνές της περιπλάνησης του ήρωα στις στέπες της Ουκρανίας ...Αλλά και γνώριμες εικόνες ανθρώπινης θαλπωρής στη ζεστασιά της ξυλόσομπας της γιαγιάς Γιορντάνκα, που ανακουφίζει τον ήρωα από το δριμύ ψύχος του άγριου πάνω κόσμου του πολέμου και της φθοράς, όπως στους χειμώνες της Φλώρινας, που οι Φλωρινιώτες ξέρουν να νικούν το ψύχος με τα αντίδωρα της γεύσης και της φιλοξενίας. Όμως ο τόπος μας προσφέρει και μοναδικές στιγμές απομόνωσης και αυτογνωσίας,σε όσους εκτιμούν την ησυχία.Έτσι αιχμαλωτισμένος ο ήρωας στην μοναξιά του, κερδίζει εκείνη την αυτοσυνειδησία που ως λάφυρο του πρόσφερε ο άγονος εκείνος τόπος.
Στον απόηχο της άλυτης διαμάχης για το νόημα της ζωής κατατίθεται από το συγγραφέα ως λύτρωση η αγάπη που όλα τα υπομένει και όλα τα καθαίρει.

ΤΡΑΪΑΝΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΡΙΑ, Φιλόλογος

Ο ΙΣΙΔΩΡΟΣ ΖΟΥΡΓΟΣ ΣΤΗ ΦΛΩΡΙΝΑ